Βλεφαρίτιδα

Η βλεφαρίτιδα είναι πάθηση των βλεφάρων συνήθως αμφοτερόπλευρη και συμμετρική και διακρίνεται σε πρόσθια και οπίσθια. Εκδηλώνεται με αίσθημα ξένου σώματος/καύσου,ήπια φωτοφοβία,δακρύρροια και σε αρκετές περιπτώσεις με ερυθρότητα και κνησμό των βλεφάρων. Τα συμπτώματα είναι συνήθως εντονότερα τις πρωϊνές ώρες. Η πρόσθια βλεφαρίτιδα διακρίνεται σε σταφυλοκοκκική και σμηγματορροϊκή ανάλογα με το αίτιο που την προκαλεί. Η σταφυλοκοκκική είναι συνηθέστερη σε ασθενείς με ατοπική δερματίτιδα,ενώ η σμηγματορροϊκή συνδέεται σε σημαντικό βαθμό με τη σμηγματορροϊκή δερματίτιδα. Η οπίσθια,είναι νόσος των μεϊβομιανών αδένων,οι οποίοι είναι σμηγματογόνοι αδένες των βλεφάρων.Η θεραπεία της βλεφαρίτιδας περιλαμβάνει την υγιεινή των βλεφάρων,τη χορήγηση τεχνητών δακρύων για την ξηροφθαλμία,τη χρήση τοπικών αντιβιοτικών αλοιφών και σε βαριές περιπτώσεις τη χορήγηση αντιβίωσης από το στόμα.

Κύστεις Βλεφάρων

Στα βλέφαρα εκβάλλουν οι μεϊβομιανοί αδένες,οι αδένες του Zeis και οι αδένες του Moll. Οι μεϊβομιανοί και οι αδένες του Zeis είναι σμηγματογόνοι αδένες, ενώ του Moll είναι ιδρωτοποιοί. Απόφραξη των στομίων αυτών των αδένων έχει σαν αποτέλεσμα την δημιουργία βλεφαρικών κύστεων.

Χαλάζιο

Είναι φλεγμονώδες κοκκίωμα το οποίο προκύπτει από την απόφραξη του στομίου των μεϊβομιανών αδένων.Κλινικά εμφανίζεται με τη μορφή περιγεγραμμένης ανώδυνης ή ελαφρά επώδυνης διόγκωσης κάτω από το δέρμα του βλεφάρου.

Κρίθη

Είναι πυώδης φλεγμονή των αδένων του Ζeis και εκδηλώνεται με τη μορφή ερυθρής επώδυνης διόγκωσης του βλεφάρου. Αρχικά είναι σκληρή και διάχυτη και στη συνέχεια σχηματίζει απόστημα με κίτρινη κορυφή.

Κύστη του Zeis

Είναι μια μικρή κύστη στο πρόσθιο βλεφαρικό χείλος, η οποία περιέχει σμήγμα και προκύπτει από την απόφραξη των αδένων του Ζeis.

Κύστη του Moll

Είναι μια μικρή διαφανής κύστη στο πρόσθιο βλεφαρικό χείλος, η οποία προκύπτει από την απόφραξη των αδένων του Moll και περιέχει διαυγές υγρό.

Έλεγχος Επιφοράς

Η επιφορά ή δακρύρροια είναι η υπερχείλιση των δακρύων στο βλεφαρικό χείλος.

Προκαλείται από:

  • Υπερέκκριση δακρύων εξαιτίας κάποιας πάθησης-φλεγμονής του προσθίου ημιμορίου του οφθαλμού, όπως σε επιπεφυκίτιδα, κερατίτιδα, είσοδο ξένου σώματος, κ.α. Στην περίπτωση αυτή, η θεραπεία είναι φαρμακευτική και στοχεύει στην αντιμετώπιση της υποκείμενης νόσου.
  • Ανεπαρκή αποχέτευση των δακρύων λόγω δυσλειτουργίας του αποχετευτικού συστήματος των δακρύων. Αυτή μπορεί να οφείλεται σε διάφορες παθήσεις των βλεφάρων π.χ. εκτρόπιο , σε στένωση των δακρυϊκών σημείων ή σε απόφραξη σε οποιοδήποτε σημείο του αποχετευτικού συστήματος. Η ανεπαρκής αποχέτευση συνήθως επιδεινώνεται σε ψυχρό περιβάλλον ή σε έκθεση σε αέρα.

Η λήψη καλού ιστορικού από τον ασθενή και η εξέταση στη σχισμοειδή λυχνία αποκαλύπτει την αιτία της επιφοράς και μας οδηγεί στην κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση.

Διάνοιξη Δακρυϊκού Σημείου

Στην περίπτωση που η δακρύρροια οφείλεται σε μερική στένωση του δακρυϊκού σημείου, γίνεται διάνοιξη του σημείου με τη βοήθεια ενός διαστολέα ο οποίος εισάγεται κάθετα σε αυτό. Η διάνοιξη πραγματοποιείται στο χώρο του ιατρείου μετά από ενστάλλαξη αναισθητικού κολλυρίου και είναι ανώδυνη. Σε περίπτωση που το δακρυϊκό σημείο παρουσιάζει σοβαρή στένωση, απαιτείται χειρουργική διεύρυνσή του.

Διάβαση Δακρυϊκού Πόρου

Η δακρυϊκή έκπλυση όπως αποκαλείται, γίνεται σε περίπτωση υποψίας απόφραξης σε κάποιο σημείο του αποχετευτικού συστήματος των δακρύων. Μετά από την ενστάλλαξη αναισθητικού κολλυρίου, εισάγεται στο κάτω δακρυϊκό σημείο μια ελαφρώς κυρτή κάνουλα η οποία είναι συνδεδεμένη με σύριγγα γεμάτη φυσιολογικό ορό και πραγματοποιείται μια ήπια πλύση. Εάν ο φυσιολογικός ορός περάσει εντός της μύτης και στη συνέχεια στο φάρυγγα του ασθενή, επιβεβαιώνεται η βατότητα του δακρυϊκού συστήματος.
Η έκπλυση πραγματοποιείται στο χώρο του ιατρείου και είναι ανώδυνη.